Τα τελευταία χρόνια γίνονται συχνά αναφορές σε διαταραχές πρόληψης τροφής στον εφηβικό κυρίως πληθυσμό. Ως διατροφικές διαταραχές ορίζονται οι προβληματικές και βλαβερές συμπεριφορές με σκοπό τον έλεγχο του βάρους που χαρακτηρίζονται από υπερβολική ενασχόληση του ατόμου με τη διατροφή και την εικόνα του σώματος. Με τον όρο εικόνα του σώματος εννοούμε την αντίληψη του ατόμου για την εξωτερική του εμφάνιση και την ελκυστικότητά του.
Στις διατροφικές διαταραχές συμπεριλαμβάνονται η νευρική ανορεξία, η νευρική βουλιμία και η αδηφαγική διαταραχή. Στη νευρική ανορεξία το άτομο προσπαθεί να φτάσει σε χαμηλό σωματικό βάρος που συνδυάζεται με προκαταλήψεις για το σωματικό βάρος αλλά και με φόβο για πάχος. Για να το πετύχει αυτό το άτομο μπορεί να περιορίζει ή να αποφεύγει την κατανάλωση τροφής (ανορεξία περιοριστικού τύπου). Άλλες συμπεριφορές μπορεί να περιλαμβάνουν αυτοπροκαλούμενο εμετό, εξοντωντική γυμναστική ή υπερπροπόνηση ή χρήση ουσιών (π.χ. διουρητικά, στεροειδή-αναβολικά κλπ) με σκοπό την πιο γρήγορη απώλεια βάρους.
Η νευρική βουλιμία χαρακτηρίζεται από (αντικειμενικά ή υποκειμενικά) επεισόδια υπερφαγίας που συνοδεύονται από αυστηρές δίαιτες και υπεργυμναστική/υπερπροπόνηση (βουλιμία περιοριστικού τύπου) ή από αντισταθμιστικές μεθόδους όπως εμετός, χρήση ουσιών κ.λ.π. (βουλιμία υπερφαγικού τύπου) ή και από τις δύο προαναφερόμενες συμπεριφορές. Η αδηφαγική διαταραχή (Binge Eating Disorder) χαρακτηρίζεται από υπερφαγικά επεισόδια τα οποία δεν ακολοθούνται από περιοριστικές ή αντισταθμιστικές συμπεριφορές.
Είναι γεγονός ότι κάποια αθλήματα που απαιτούν έλεγχο σωματικού βάρους (π.χ. ενόργανη γυμναστική, ρυθμική, συγχρονισμένη κολύμβηση, πάλη, άρση βαρών, επαγγελματικός χορός όπως μπαλέτο κ.α.) μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο για διατροφικές διαταραχές καθώς οι αθλητές μπορεί να δέχονται πιέσεις για τον έλεγχο του σωματικού τους βάρους. Άλλοι παράγοντες κινδύνου μπορεί να περιλαμβάνουν την κοινωνική επιρροή που δίνει έμφαση στο πολύ αδύνατο σώμα, το άγχος επίδοσης, την αρνητική αυτο-εικόνα σχετικά με την αθλητική επίδοση καθώς και άλλα συναισθηματικά ή ψυχικά προβλήματα.
Από την άλλη πλευρά η ενασχόληση ενός παιδιού ή εφήβου με οργανωμένα αθλήματα μπορεί να αποτελέσει προστατευτικό παράγοντα για την εκδήλωση τέτοιων συμπεριφορών, καθώς ο αθλητισμός μπορεί να ενισχύσει την αυτοεκτίμησή του παιδιού αλλά και την εικόνα του σώματος ενώ ταυτόχρονα ενθαρρύνει τα παιδιά να παραμείνουν δραστήριοι σωματικά σε όλη τη ζωή τους. Άλλοι προστατευτικοί παράγοντες περιλαμβάνουν το θετικό τρόπο προπόνησης που δίνει έμφαση στον αθλητή ως πρόσωπο και όχι στην αθλητική επίδοση. Πολύ σημαντική θεωρείται η κοινωνική επιρροή και η υποστήριξη των συμπαικτών σχετικά με υγιείς συμπεριφορές που σχετίζονται με το βάρος.
Ακόμα, προκειμένου ως προπονητές να λειτουργήσουμε προστατευτικά απέναντι στη εκδήλωση προβληματικών διατροφικών συμπεριφορών μπορούμε να δώσουμε έμφαση στους προσωπικούς παράγοντες που οδηγούν έναν αθλητή στην επιτυχία, όπως είναι το κίνητρο, η προσπάθεια ή ο ενθουσιασμός και όχι στο βάρος του ή το σχήμα του σώματος. Ακόμα η εκπαίδευση των παιδιών γύρω από τα θέματα της διατροφής, η ανοιχτή συζήτηση, αλλά και υποστήριξη για θέματα που άπτονται των αλλαγών που συμβαίνουν στο σώμα τους, ιδιαίτερα την περίοδο της εφηβείας, μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά στην προστασία των παιδιών σε σχέση με τις διαταραχές πρόληψης τροφής.
Ο ρόλος του προπονητή στην πρόληψη αλλά και την αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών θεωρείται πολύ σημαντικός. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι καθώς οι διατροφικές διαταραχές είναι επικίνδυνες για τη σωματική υγεία του ατόμου η αποτελεσματική αντιμετώπιση περιλαμβάνει πάντα ιατρική και ψυχολογική παρακολούθηση και παρέμβαση.
Μαρία Δάρα/ Ψυχολόγος